Αν σε κάποιο λεξικό υπήρχε το λήμμα “συμπαθής μπάντα” οι Piano Magic δικαιούνται όχι μόνο να έχουν τη φωτογραφία τους εκεί, αλλά και ολόκληρη ολοσέλιδη καταχώριση. Και μιλάμε για συμπάθεια που δεν είναι απλά απόρροια της μικρής αναγνωρισιμότητας του συγκροτήματος συγκριτικά με την αξία του. Βασίζεται στο γεγονός ότι στη δωδεκαετή ιστορία τους, οι Piano Magic έχουν να επιδείξουν μία μεγάλη ποικιλία από αξιοθαύμαστα ποιοτικές κυκλοφορίες, ουκ ολίγες σε αριθμό, που ισορροπούν ανάμεσα στη δημιουργία ενός “προσωπικού” τρόπου έκφρασης και στην τάση τους να εξερευνούν νέες πτυχές της μουσικής τους. Η καλλιτεχνική τους ανησυχία είναι πανταχού παρούσα: Στις πολυάριθμες κυκλοφορίες δίσκων και (κυρίως...) EP, στον χαρακτήρα “κολεκτίβας” που έχει η μπάντα (μόνο ο τραγουδιστής Glen Johnson είναι μέλος από τα γεννοφάσκια της), στα παράλληλα projects που έχουν δημιουργήσει. Όλα προμήνυαν ένα, αν μη τι άλλο, ενδιαφέρον live, ιδίως για όσους (όπως ο υπογράφων) είχαν χάσει την περσινή τους εμφάνιση στο BIOS. Η προσέλευση του κόσμου ήταν όση ακριβώς έπρεπε ώστε το μικρό aN να είναι γεμάτο αλλά και ταυτόχρονα υποφερτό και η αναμονή τελείωσε ένα τέταρτο πριν τις 11, όταν το συγκρότημα έκανε την εμφάνιση του στη σκηνή...
Εδώ θα πρέπει να πούμε δύο λόγια για τον frontman Glen. Με εμφάνιση που μόνο σε rock star δεν παραπέμπει (και μία ύποπτη ομοιότητα με τον καθηγητή Βιολογίας που είχα στη Β' Λυκείου...) πέτυχε από τα πρώτα δευτερόλεπτα να δημιουργήσει μία ωραία χημεία με το κοινό του. Άτομο με πανέξυπνο χιούμορ και αντίληψη (οι εύστοχες ατάκες του που συνόδευαν το κάθε τραγούδι προκαλούσαν γέλιο που σίγουρα δεν ήταν λόγω ευγένειας), φαινόταν να απολαμβάνει την κάθε στιγμή της συναυλίας και να “αναπνέει” από τις αντιδράσεις του κοινού. Και όλα αυτά χωρίς ίχνος “ύφους”, στησίματος ή υποψίας ότι κάνει αγγαρεία. Ακόμα και στα cd που υπέγραψε στο τέλος, έγραφε με μεράκι στίχους από τα τραγούδια του, πάντα χαμογελαστός και με την ατάκα “οπλισμένη” στο στόμα του. Ωραίος τύπος...
Το live άνοιξε όμορφα και απλά με το St. Marie για να το ακολουθήσουν τα Stations και Dark Horses από το φρέσκο τους EP, που έτυχαν -αναμενόμενα- θερμής υποδοχής. Δεν άργησαν καθόλου να πάρουν μπρος και να ηλεκτρίσουν το aN με το παίξιμό τους. Σφιχτοδεμένοι ως μπάντα, δεν αντιμετώπισαν κανένα πρόβλημα στην εκτέλεση των κομματιών τους. Με το δυνατό μπάσο και τον ντράμερ να δίνουν το ρυθμό, οι κιθάρες των Glen και Franck έπλασαν με μαεστρία τα ηχητικά τους τοπία και ταξίδεψαν το κοινό που πήρε για τα καλά φωτιά όταν ακούστηκαν οι πρώτες νότες του Ιncurable από το Part Monster. H πρώτη έκρηξη ενθουσιασμού ήρθε με την εκτέλεση του επικού The King Cannot Be Found από τον ίδιο δίσκο, ένα ορχηστρικό κομμάτι-δυναμίτη, που έδωσε την ευκαιρία στον Jerome να αποδείξει πόσο ουσιαστικά μπορεί ένας ντράμερ να απογειώσει το σύνολο. Αν βρισκόμασταν σε μεγαλύτερο χώρο, θα μιλούσαμε για ένα all-time συναυλιακό highlight. Και δεν έμειναν εκεί. Και Dead Can Dance διασκεύασαν (το υπέροχο Advent) και μας φιλοδώρησαν με όλα τα “λαοφιλή” κομμάτια τους. Ακούγοντας τον Glen να ερμηνεύει τα συγκινητικά Love And Music και Silence, μπορείς να αντιληφθείς ότι δεν είναι απλά γεμίσματα αλλά εκφράζουν με αυτοβιογραφικό τρόπο τη σχέση των Piano Magic με την τέχνη τους. Και αισθάνεσαι ωραία που αυτή η σχέση εκτίθεται με τόσο φυσικό και αβίαστο τρόπο μπροστά στα μάτια σου. Γι' αυτό και το χειροκρότημα που κέρδιζαν γινόταν ολοένα και πιο παρατεταμένο, γι' αυτό και η χημεία τους με το ελληνικό κοινό δείχνει τόσο στέρεη. Η αυθεντικότητα πάντα (πρέπει να) εκτιμάται..!
Tις άψογες ερμηνείες του Glen συμπλήρωσε σε δυο-τρία κομμάτια η Γαλλίδα τραγουδίστρια Angelle με τα αιθέρια φωνητικά της – ειδικά το Great Escapes κέρδισε τους πάντες. Και το παιχνίδι επί σκηνής ωραία συνεχιζόταν, με τον frontman να κάνει τις πλακίτσες του (περιέλαβε από τον George Bush μέχρι τον αποχωρήσαντα πληκτρά Cedric Pin), τον μπασίστα να προσπαθεί να κρύψει στο σκοτάδι το σοκαριστικό του κούρεμα (όσοι έχουν δει το No Country for Old Men επανέφεραν αναμνήσεις) και τον κιθαρίστα να δοκιμάζει την τύχη του ως δεύτερος ντράμερ. Χωρίς να θυσιάζεται ούτε στιγμή το δέσιμό τους και η ποιότητα του ήχου τους, που ήταν ικανοποιητικότατος σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας. Αφού μας ενημέρωσαν πότε ξεκίνησε το encore τους (χωρίς να αποχωρήσουν στιγμή από τη σκηνή – εννοείται!) έκλεισαν το live με τα πάντα ευπρόσδεκτα Saints Preserve Us και Last Engineer και εμάς να απορούμε πόσο γρήγορα και ευχάριστα μπορεί να περάσει μιάμιση ώρα...
Χαίρεσαι ειλικρινά να βλέπεις μπάντες όπως οι Piano Magic. Δεν είναι μόνο το πάθος και η ειλικρινής αφοσίωση στη μουσική τους, ούτε ο (καλώς εννοούμενος) επαγγελματισμός με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα show τους. Είναι κυρίως η αίσθηση ότι αυτά τα άτομα, που έχουν υπογράψει δισκάρες, που καμαρώνουν στον κατάλογο της 4AD, που βρίσκονται σε παρατεταμένη άνθιση δημιουργικότητας, μπορούν να είναι τόσο προσιτοί, γήινοι, απλοί και ειλικρινείς. Να κοιτάνε στα μάτια το κοινό τους και να αντλούν δύναμη από αυτή την επαφή. Και περισσότερο από οπαδούς, να δημιουργούν φίλους και να ξέρουν ότι την επόμενη φορά που θα έρθουν θα βρουν ακόμα περισσότερα φιλικά πρόσωπα απέναντί τους, να ανυπομονούν να τους ακούσουν!. Να μας ξαναέρθουν σύντομα..!
Εδώ θα πρέπει να πούμε δύο λόγια για τον frontman Glen. Με εμφάνιση που μόνο σε rock star δεν παραπέμπει (και μία ύποπτη ομοιότητα με τον καθηγητή Βιολογίας που είχα στη Β' Λυκείου...) πέτυχε από τα πρώτα δευτερόλεπτα να δημιουργήσει μία ωραία χημεία με το κοινό του. Άτομο με πανέξυπνο χιούμορ και αντίληψη (οι εύστοχες ατάκες του που συνόδευαν το κάθε τραγούδι προκαλούσαν γέλιο που σίγουρα δεν ήταν λόγω ευγένειας), φαινόταν να απολαμβάνει την κάθε στιγμή της συναυλίας και να “αναπνέει” από τις αντιδράσεις του κοινού. Και όλα αυτά χωρίς ίχνος “ύφους”, στησίματος ή υποψίας ότι κάνει αγγαρεία. Ακόμα και στα cd που υπέγραψε στο τέλος, έγραφε με μεράκι στίχους από τα τραγούδια του, πάντα χαμογελαστός και με την ατάκα “οπλισμένη” στο στόμα του. Ωραίος τύπος...
Το live άνοιξε όμορφα και απλά με το St. Marie για να το ακολουθήσουν τα Stations και Dark Horses από το φρέσκο τους EP, που έτυχαν -αναμενόμενα- θερμής υποδοχής. Δεν άργησαν καθόλου να πάρουν μπρος και να ηλεκτρίσουν το aN με το παίξιμό τους. Σφιχτοδεμένοι ως μπάντα, δεν αντιμετώπισαν κανένα πρόβλημα στην εκτέλεση των κομματιών τους. Με το δυνατό μπάσο και τον ντράμερ να δίνουν το ρυθμό, οι κιθάρες των Glen και Franck έπλασαν με μαεστρία τα ηχητικά τους τοπία και ταξίδεψαν το κοινό που πήρε για τα καλά φωτιά όταν ακούστηκαν οι πρώτες νότες του Ιncurable από το Part Monster. H πρώτη έκρηξη ενθουσιασμού ήρθε με την εκτέλεση του επικού The King Cannot Be Found από τον ίδιο δίσκο, ένα ορχηστρικό κομμάτι-δυναμίτη, που έδωσε την ευκαιρία στον Jerome να αποδείξει πόσο ουσιαστικά μπορεί ένας ντράμερ να απογειώσει το σύνολο. Αν βρισκόμασταν σε μεγαλύτερο χώρο, θα μιλούσαμε για ένα all-time συναυλιακό highlight. Και δεν έμειναν εκεί. Και Dead Can Dance διασκεύασαν (το υπέροχο Advent) και μας φιλοδώρησαν με όλα τα “λαοφιλή” κομμάτια τους. Ακούγοντας τον Glen να ερμηνεύει τα συγκινητικά Love And Music και Silence, μπορείς να αντιληφθείς ότι δεν είναι απλά γεμίσματα αλλά εκφράζουν με αυτοβιογραφικό τρόπο τη σχέση των Piano Magic με την τέχνη τους. Και αισθάνεσαι ωραία που αυτή η σχέση εκτίθεται με τόσο φυσικό και αβίαστο τρόπο μπροστά στα μάτια σου. Γι' αυτό και το χειροκρότημα που κέρδιζαν γινόταν ολοένα και πιο παρατεταμένο, γι' αυτό και η χημεία τους με το ελληνικό κοινό δείχνει τόσο στέρεη. Η αυθεντικότητα πάντα (πρέπει να) εκτιμάται..!
Tις άψογες ερμηνείες του Glen συμπλήρωσε σε δυο-τρία κομμάτια η Γαλλίδα τραγουδίστρια Angelle με τα αιθέρια φωνητικά της – ειδικά το Great Escapes κέρδισε τους πάντες. Και το παιχνίδι επί σκηνής ωραία συνεχιζόταν, με τον frontman να κάνει τις πλακίτσες του (περιέλαβε από τον George Bush μέχρι τον αποχωρήσαντα πληκτρά Cedric Pin), τον μπασίστα να προσπαθεί να κρύψει στο σκοτάδι το σοκαριστικό του κούρεμα (όσοι έχουν δει το No Country for Old Men επανέφεραν αναμνήσεις) και τον κιθαρίστα να δοκιμάζει την τύχη του ως δεύτερος ντράμερ. Χωρίς να θυσιάζεται ούτε στιγμή το δέσιμό τους και η ποιότητα του ήχου τους, που ήταν ικανοποιητικότατος σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας. Αφού μας ενημέρωσαν πότε ξεκίνησε το encore τους (χωρίς να αποχωρήσουν στιγμή από τη σκηνή – εννοείται!) έκλεισαν το live με τα πάντα ευπρόσδεκτα Saints Preserve Us και Last Engineer και εμάς να απορούμε πόσο γρήγορα και ευχάριστα μπορεί να περάσει μιάμιση ώρα...
Χαίρεσαι ειλικρινά να βλέπεις μπάντες όπως οι Piano Magic. Δεν είναι μόνο το πάθος και η ειλικρινής αφοσίωση στη μουσική τους, ούτε ο (καλώς εννοούμενος) επαγγελματισμός με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα show τους. Είναι κυρίως η αίσθηση ότι αυτά τα άτομα, που έχουν υπογράψει δισκάρες, που καμαρώνουν στον κατάλογο της 4AD, που βρίσκονται σε παρατεταμένη άνθιση δημιουργικότητας, μπορούν να είναι τόσο προσιτοί, γήινοι, απλοί και ειλικρινείς. Να κοιτάνε στα μάτια το κοινό τους και να αντλούν δύναμη από αυτή την επαφή. Και περισσότερο από οπαδούς, να δημιουργούν φίλους και να ξέρουν ότι την επόμενη φορά που θα έρθουν θα βρουν ακόμα περισσότερα φιλικά πρόσωπα απέναντί τους, να ανυπομονούν να τους ακούσουν!. Να μας ξαναέρθουν σύντομα..!
Πηγή: postwave
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου